Πριν από λίγες μέρες, ο Τάσος Κάκος βρέθηκε στη Ρόδο προκειμένου να παρακολουθήσει τη σχολή για το δίπλωμα προπονητή ποδοσφαίρου UEFA B. Και παραχώρησε συνέντευξη στον τοπικό TOP FM.
Ο παλαίμαχος διεθνής ρέφερι μίλησε για τη διαιτησία, τη σταδιοδρομία του, τις αναμνήσεις και τη φιλοσοφία του στον συγκεκριμένο χώρο, ενώ αναφέρθηκε τόσο στην Corfu FC, όσο και στους λόγους που παρακολουθεί τις σχολές προπονητικής.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Κάκου στη δημοσιογράφο Νία Αβδελλή:
– Πώς ξεκίνησε η καριέρα σου στη διαιτησία;
«Το 1997, αποφάσισα να σταματήσω να παίζω ποδόσφαιρο, για να ασχοληθώ με την προπονητική. Ενώ περίμενα να παρακολουθήσω τη σχολή προπονητών, διάβασα ότι γινόταν σχολή διαιτησίας, και σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να την παρακολουθήσω, αφού θεωρώ ότι ένας προπονητής πρέπει να έχει ευρύτερες γνώσεις επί ποδοσφαιρικών. Η τότε αντίληψή μου δικαιώνεται τώρα, όπου στις σχολές προπονητών υπάρχει και το κομμάτι διαιτησίας. Ένα τυχαίο γεγονός με κράτησε στη διαιτησία, ενώ πήγα να παρακολουθήσω ένα παιχνίδι τοπικού πρωταθλήματος και ελλείψει βοηθού, η διαιτητής μου ζήτησε να τη βοηθήσω και τελικά έμεινα στη διαιτησία».
– Τί ήταν αυτό που σε έκανε να είσαι ο διασημότερος Έλληνας ρέφερι;
«Η όποια καταξίωσή μου, ήρθε μετά από κάθε παιχνίδι. Δεν μπορείς να ξέρεις πού θα καταλήξει όταν κάνεις μια νέα αρχή. Αυτό που μπορώ να πω ότι έκανα σε κάθε ματς, ήταν να είμαι συγκεντρωμένος στον στόχο μου. Το να διαιτητεύσω σωστά, για τις ομάδες που αγωνίζονταν κάθε φόρα».
– Ποιες στιγμές της διαιτητικής σου καριέρας ξεχωρίζεις;
«Ξεχωριστή θέση για μένα έχουν εκείνες οι φορές, που οι ποδοσφαιριστές αναγνώρισαν στο πρόσωπό μου τον καλύτερο διαιτητή της χρονιάς. Για εκείνες τις φορές αισθάνομαι πολύ υπερήφανος. Σε ότι αφορά το αγωνιστικό μέρος, είναι πολλά εκείνα τα παιχνίδια που έχουν “στιγματίσει” θετικά τη μνήμη μου, το κάθε ένα για άλλους λόγους. Ο Τελικός Κυπέλλου το 2009 μεταξύ της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού ήταν ένα ματς που και την επόμενη μέρα να σταματούσα τη διαιτησία, θα ήμουν πλήρης, αφού σύμφωνα με την άποψη όλων, ήταν το καλύτερο παιχνίδι όλων των εποχών».
– Τι ήταν αυτό που σε έκανε να αποχωρήσεις από τη διαιτησία τώρα;
«Τα πάντα στην ζωή έχουν αρχή και τέλος. Το γεγονός ότι εγώ επέλεξα το πότε θα ολοκληρώσω την καριέρα μου, είναι πολύ σημαντικό και μοναδικό θα έλεγα Ήταν η κατάλληλη στιγμή για πολλούς λόγους, έφυγα όταν ήμουν στην κορυφή και ενώ μπορούσα να συνεχίσω. Το ότι δεν είχα άλλο κίνητρο έπαιξε ρόλο, η καριέρα μου έκλεισε ενώ ήμουν “γεμάτος”. Το Πρωτάθλημα δεν είναι το ίδιο πια, χωρίς ομάδες όπως η AEK, ο Άρης και ο Ηρακλής. Και υπάρχουν και άλλα πράγματα που ήθελα να κάνω και απλά τα καθυστερούσα. Έφυγα μ’ έναν Τελικό Κυπέλλου Ελλάδος, κοινής αποδοχής, μεταξύ Παναθηναϊκού και ΠΑΟΚ. Σημαδιακή επίσης θεωρώ την ημερομηνία διεξαγωγής του συγκεκριμένου ματς, αφού στις 26 Απριλίου του 1998 σφύριξα για πρώτη φόρα. Ακριβώς 16 χρόνια πριν».
– Είχες δηλώσει πριν την έναρξη του Τελικού ότι δεν θα είναι το τελευταίο παιχνίδι της καριέρας σου, τελικά ήταν….
«Είναι αλήθεια…. Πριν τον Τελικό αυτό ίσχυε, κατά τη διάρκεια του αγώνα όμως η απόφασή μου άλλαξε λόγω κάποιων αγωνιστικών συμπεριφορών».
– Η διαιτησία είναι μεγάλη σου αγάπη..
«Για να κάνεις κάτι καλά, πρέπει να το αγαπάς. Είναι ένα μεγάλο κομμάτι από την ψυχή μου, από μένα». Διαιτησία για μένα δεν ήταν μόνο το αγωνιστικό, ήταν ένα ταξίδι. Ήταν μια ιεροτελεστία, απήλαυσα τη κάθε στιγμή, από τον ορισμό μου, μέχρι που επέστρεφα σπίτι μου μετά τον αγώνα».
– Ποιο είναι το μέλλον της Ελληνικής Διαιτησίας;
«Θα μου επιτρέψεις να μην απαντήσω στην ερώτηση αυτή».
– Κατά τα κοινώς λεγόμενα, ο Κάκος είναι ο «αδέκαστος» διαιτητής στην Ελλάδα. Πιστεύεις ότι μέσα από την πορεία σου θα παραδειγματιστούν και άλλοι και να αποτελέσει η πορεία σου αυτή, τον κανόνα και όχι την εξαίρεση;
«Έβαλα ένα λιθαράκι νομίζω, είχα μια φιλοσοφία και ταυτότητα που φαινόταν ξεκάθαρα. Ποτέ δεν ασχολήθηκα με το τι κάνουν οι άλλοι, πάντα προσδιόριζα τον στόχο μου και έμενα ανεπηρέαστος. Ελπίζω ο κάθε νέος διαιτητής μέσα από τις αξίες του και τις αρχές του να κτίσει μια ταυτότητα που θα τον κάνει να ξεχωρίζει μέσα και έξω από το γήπεδο».
– Κατά πόσο οι διοικήσεις και κατ’ επέκταση η «φιλοσοφία» μιας ομάδας μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του ποδοσφαίρου;
«Αυτό που μπορώ να πω είναι για μια πρόσφατη προσωπική εμπειρία που έχω. Μια ομάδα που έχει δημιουργηθεί στο νησί μου, την Κέρκυρα. Πρόκειται για την Corfu FC. Προτεραιότητα για την ομάδα αυτή δεν είναι η νίκη, άλλα να μπορέσει να δείξει σε όλους ότι μπορεί να υπάρχει υγεία στο ποδόσφαιρο, σε όλους τους τομείς, μέσα από την οργάνωση, τον σχεδιασμό και τους στόχους που θέτεις. Έχουμε χάσει το πραγματικό νόημα του παιχνιδιού και το ποδόσφαιρο είναι παιχνίδι. Όλα τα παιχνίδια πρέπει να τα απολαμβάνουμε και να μας γεμίζουν ευχαρίστηση. Και όχι να δηλητηριαζόμαστε. Θέλω να πιστεύω ότι η Corfu FC θα δείξει τον δρόμο για να ακολουθήσουν και άλλες ομάδες και να γίνει μια “επανάσταση”…».
– Τί πρέπει να κάνει κάποιος νέος που τώρα ξεκινά την καριέρα του στη διαιτησία για να διαπρέψει;
«Εάν ξεκινά με σκοπό να “διαπρέψει”, απέτυχε. Δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός να “φτάσει ψηλά”, απλά να παίζει και να το απολαμβάνει. Με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Όπου φτάσει και για όσο διάστημα…».
– Τί θα συμβούλευες εσύ;
«Δεν έχει να κάνει με τι συμβουλή θα έδινα εγώ. Είναι ένα μεγάλο παζλ, το όποιο απαρτίζεται από πολλά κομμάτια. Βασικά κομμάτια είναι η παιδεία, οι αρχές και οι αξίες. Πιστεύω ότι για να γίνεις διαιτητής με ποιότητα, είναι πολύ βασικό να είσαι πρώτα αθλητής και μετά να έχεις παίξει και ποδόσφαιρο. Έχοντας ως βάση αυτά, μπορείς να “χτίσεις”. Γενικά, είναι ένας συνδυασμός, που θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τα στοιχεία της πειθαρχίας και του σεβασμού. Αυτά στα διδάσκει ο υγιής αθλητισμός».
– Θα χαρακτήριζες το ποδόσφαιρο ως υγιές άθλημα;
«Βάση του αθλητισμού για μένα είναι ο στίβος. Θεωρώ ότι ο στίβος δείχνει τον δρόμο και “χτίζει” αθλητές. Αθλητές με όλη την έννοια του όρου».
– Τα τελευταία χρόνια φαίνεται να αποκαλύφθηκαν πολλά σκάνδαλα για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ποιο είναι το δικό σου σχόλιο;
«Πάντα προσπαθώ να μην με αποσπά το τι κάνει κάποιος άλλος. Δεν έχω, δεν είχα και δεν θα έχω σχέση με τίποτα από αυτά. Δεν θέλω να μισήσω το ποδόσφαιρο που αγαπώ πολύ. Εάν έχει γίνει κάτι, αυτό θα το κρίνουν μόνο οι αρμόδιοι, που δεν είναι άλλοι από τους δικαστικούς λειτουργούς».
– Τις τελευταίες ημέρες βρέθηκες στη Ρόδο, αφού φαίνεται ότι δεν έχεις σκοπό να αποχωριστείς το ποδόσφαιρο.
«Όπως προανέφερα, η διαιτησία ξεκίνησε για μένα τυχαία. Εξ’ αρχής ήθελα να ακολουθήσω την προπονητική. Τον περασμένο Νοέμβριο παρακολούθησα στα Ιωάννινα την πρώτη σχολή προπονητών UEFA C. Τώρα παρακολούθησα τη σχολή προπονητών NEW UEFA Β, που διεξήχθη στο όμορφο νησί σας».
– Θα σε δούμε προπονητή σε κάποια ομάδα;
«Δεν είναι αυτοσκοπός μου να γίνω προπονητής, τουλάχιστον για την ώρα. Η απόκτηση ενός τέτοιου διπλώματος, είναι εφόδιο και για άλλες θέσεις μέσα σε μια ομάδα. Αυτό που θέλω είναι να έχω σφαιρικές γνώσεις γύρω από το ποδόσφαιρο. Απέκτησα εμπειρία ως ποδοσφαιριστής, ως διαιτητής και τώρα ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για την προπονητική. Η θέση του προπονητή, είναι μοναχική, είναι μια ιδιαίτερη θέση, όπως του διαιτητή. Πάντα ήθελα να έχω επιλογές στη ζωή μου».
– Μετά το NEW UEFA Β, υπάρχει και το Α. Θα συμμετέχεις και εκεί;
«Πρέπει πρώτα να αποφοιτήσω επιτυχώς (γέλια). Είναι ένα πολύ δύσκολο δίπλωμα. Κατά την παρουσία μου στη Ρόδο, παρακολούθησα και τέσσερις ημέρες από τα μαθήματα της 5ης Pro-UEFA Σχολής. Είναι κοινή διαπίστωση όλων πως εάν αυτή η σχόλη υπήρχε πολλά χρόνια πριν, το ποδόσφαιρο στη χώρα μας θα ήταν πιο αξιόλογο. Εάν οι γνώσεις αυτές υπήρχαν νωρίτερα, τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια εντελώς διαφορετική ποδοσφαιρική Ελλάδα. Η προσπάθεια που καταβάλλουν τα στελέχη της σχολής, είναι πραγματικά άξια συγχαρητηρίων. Αυτό το επιβεβαιώνουν και μεγάλα ονόματα ποδοσφαιριστών που παρακολούθησαν τα μαθήματα».
– Η διαδικασία της εκπαίδευσης ήταν απαιτητική;
«Κατά τη διάρκεια της φοίτησης έπρεπε να επικρατεί πλήρης πειθαρχία. Τίποτα δεν είναι εύκολο στη ζωή, έτσι και στο ποδόσφαιρο. Αυτό ίσως να είναι και ένας προάγγελος για την πειθαρχία που πρέπει να έχει ένας προπονητής».